Ο B' Παγκόσμιος πόλεμος και η εμπειρία της μεταπολεμικής Ελλάδας (1939-1946)
Στη διάρκεια της Κατοχής, ο Καζαντζάκης παραμένει κυρίως στην Αίγινα, απομονωμένος, και στρέφεται προς τη σύνθεση μυθιστορημάτων. Το 1942, πηγαίνει στην Αθήνα, όπου συναντά το Σικελιανό μετά από είκοσι χρόνια, και ζητά από τον ομηριστή καθηγητή Ι.Θ. Κακριδή βιβλιογραφικά βοηθήματα για να μεταφράσει την Ιλιάδα.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών, επιστρέφει στην πρωτεύουσα, που συγκλονίζεται από τις εμφύλιες συγκρούσεις, και αναπτύσσει πολιτική δράση. Υποβάλλει υποψηφιότητα στην Ακαδημία Αθηνών, αλλά αποτυγχάνει για δύο ψήφους, και εκλέγεται πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Το καλοκαίρι του 1945 περιοδεύει στην Κρήτη ως μέλος της κυβερνητικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Γερμανικών Ωμοτήτων. Το Νοέμβριο του 1945, στεφανώνεται την Ελένη Σαμίου και διορίζεται υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση Σοφούλη, αλλά τρεις μήνες αργότερα παραιτείται.
Αρχές του 1946, παρακολουθεί την παράσταση του έργου του Καποδίστριας στο Βασιλικό Θέατρο και το Μάιο προτείνεται ως υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό.
Κατοχή
Στα χρόνια της Κατοχής, το ζεύγος Καζαντζάκη ζούσε υπό συνθήκες απίστευτης φτώχειας. Η Ελένη πηγαινοερχόταν στην Αθήνα με άπειρες δυσκολίες προκειμένου να εξασφαλίσει λίγο ψωμί, ενώ οι φίλοι τους Θρασύβουλος Ανδρουλιδάκης και Γιάννης Μαγκλής τους βοηθούσαν όσο μπορούσαν.
Ο Νίκος κατά καιρούς φαίνεται αποφασισμένος να εγκαταλείψει τις συγγραφές του και να αναλάβει ενεργό δράση. Ωστόσο, κρίνει πως μόνο με το δημιουργικό του έργο μπορεί να συμβάλει στη μεταπολεμική σύνθεση.
Αργότερα, δηλώνει στον συμπατριώτη του ποιητή Μηνά Δημάκη ότι όλα τα του έργα τον καιρό της Κατοχής ήταν «για τη λεφτεριά, δίψα, λαχτάρα λεφτεριάς. Προμηθέας, Ζορμπάς, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος».
Σύνθεση μυθιστορημάτων
Στα χρόνια της Κατοχής, ο Καζαντζάκης αρχίζει συστηματικότερα να γράφει μυθιστορήματα, μετά από παρακίνηση της Ελένης.
Από τις επιστολές του στον Πρεβελάκη, φαίνεται ότι αντιμετωπίζει το μυθιστόρημα ως ένα είδος προσωπικής αναψυχής και ένα μέσο για να εκφράσει πτυχές του χαρακτήρα του που δεν ταίριαζαν στο αυστηρό κλίμα των άλλων του έργων.
Επιπλέον, του δίνει την ευκαιρία να τοποθετήσει τους μεταφυσικούς του στοχασμούς στο ανθρώπινο περιβάλλον της απλής, καθημερινής ζωής.
Ι. Θ. Κακριδής
Ο Καζαντζάκης συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Ι. Θ. Κακριδή το χειμώνα του 1942, στο γραφείο του Γεωργίου Παπανδρέου. Στην αρχή του ζήτησε βιβλιογραφικά βοηθήματα για να μεταφράσει την Ιλιάδα, αλλά αργότερα, του έγραψε προτείνοντάς του να κάνουν τη μετάφραση μαζί.
Το έργο έμεινε για λίγο στην άκρη το καλοκαίρι του 1945, όταν οι δυο άντρες ήρθαν στην Κρήτη ως εμπειρογνώμονες για τη διαπίστωση των γερμανικών ωμοτήτων. Στα χρόνια της συνεργασίας τους, αντάλλαξαν δεκάδες επιστολές, σχετικά με τα προβλήματα της μετάφρασης.
Ο Κακριδής, που είχε επισκεφτεί τον Καζαντζάκη για ένα μήνα, πρώτα στην Αίγινα και αργότερα στην Αντίμπ, θυμάται τους πυρετώδεις ρυθμούς της δουλειάς, αλλά και την τεράστια και κοπιώδη λεξιλογική έρευνα του συνεργάτη του.
Εμφύλιες συγκρούσεις
Ο Καζαντζάκης έφτασε στην Αθήνα το Δεκέμβριο του 1944, όταν οι εμφύλιες συγκρούσεις συγκλόνιζαν την πόλη. Οι εμπειρίες του από τους τελευταίους μήνες της Κατοχής στην Αίγινα, τον είχαν πείσει ότι μετά την απελευθέρωση θα άνοιγε μια νέα οδυνηρή σελίδα στην ιστορία της Ελλάδας.
«Από τώρα βλέπω να τρέχουν ποτάμια αίματα Ελλήνων στους δρόμους της Αθήνας, μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς», γράφει το 1943, διαπιστώνοντας την άρνηση του πολιτικού κόσμου να συνεργαστεί για να γεφυρώσει τις ιδεολογικές του διαφορές.
Η τραγική πραγματικότητα του Εμφυλίου τον παρακινεί να αναλάβει ξανά πολιτική δράση για την επίτευξη της εθνικής ενότητας.
Πολιτική δράση
Στην Αθήνα, ο Καζαντζάκης έχει αλλεπάλληλες συναντήσεις με διανοούμενους και παλαιούς σοσιαλιστές και εργάζεται συστηματικά για την ενοποίηση των διάφορων σοσιαλιστικών ομάδων.
Αποφασίζεται η ίδρυση του Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδας, από το οποίο προκύπτει η Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση, με πρόεδρο τον Καζαντζάκη και στόχο την αποτροπή του εθνικού διχασμού.
Ως εκπρόσωπος της Σοσιαλιστικής Εργατικής Ένωσης, ο συγγραφέας θα ορκιστεί υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση συνασπισμού του Θεμ. Σοφούλη (Νοέμβριος 1945-Ιανουάριος 1946).
Μετά την ενοποίηση της Ένωσης με τα σοσιαλιστικά αγροτικά κόμματα που αποχώρησαν από το ΕΑΜ, παραιτείται από τη θέση του προέδρου και στη θέση του εκλέγεται ο Αλεξ. Σβώλος.
Μέλος της Επιτροπής
Τον Ιούνιο του 1945, η ελληνική κυβέρνηση συγκροτεί την Κεντρική Επιτροπή Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη, μέλη της οποίας είναι ο Ν. Καζαντζάκης, ο Ι. Καλιτσουνάκης και ο Ι. Θ. Κακριδής. Μέσα σε απίστευτες αντιξοότητες, ταξιδεύουν στην Κρήτη, μαζί με το φωτογράφο Κ. Κουτουλάκη.
Στις επιστολές του στην Ελένη, ο Καζαντζάκης περιγράφει τις τραγικές εικόνες της απόλυτης καταστροφής, των ερημωμένων χωριών και του βυθισμένου σε πένθος πληθυσμού· αρκετές από αυτές θα ενσωματωθούν αργότερα στον Καπετάν Μιχάλη.