Παιδικά και εφηβικά χρόνια (1883-1902)
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στο Μεγάλο Κάστρο (Ηράκλειο), την πρωτεύουσα της τουρκοκρατούμενης Κρήτης, στις 18 Φεβρουαρίου 1883. Στα έξι του χρόνια, γνωρίζει τη ζωή της προσφυγιάς, εξαιτίας της επανάστασης του 1889, οπότε η οικογένειά του καταφεύγει στον Πειραιά για έξι μήνες.
Πίσω στο Ηράκλειο, ο Νίκος φοιτά στο δημοτικό σχολείο, όμως η κανονικότητα της παιδικής του ζωής διακόπτεται και πάλι το 1897. Με την έκρηξη της τελευταίας κρητικής επανάστασης, η οικογένεια Καζαντζάκη εγκαθίσταται στη Νάξο, όπου παραμένει για δύο περίπου χρόνια. Ο Νίκος ξεκινά τις γυμνασιακές του σπουδές στη γαλλική Εμπορική Σχολή του Τιμίου Σταυρού, την οποία διοικούσαν φραγκισκανοί μοναχοί. Μαθαίνει γαλλικά και ιταλικά και αρχίζει να γνωρίζει την ευρωπαϊκή λογοτεχνία, κυρίως όμως έρχεται σε επαφή με το δυτικό πολιτισμό.
Το 1899, μετά την αποκατάσταση της ειρήνης, η οικογένεια επιστρέφει οριστικά στο Ηράκλειο, όπου ο Νίκος περατώνει τις γυμνασιακές του σπουδές, το 1902.
Οικογένεια
Ο Νίκος ήταν ο πρωτότοκος της οικογένειας. Μετά από αυτόν, γεννήθηκαν η Αναστασία, η Ελένη και ο Γιώργος, που πέθανε σε βρεφική ηλικία.
Ο πατέρας, Μιχάλης Καζαντζάκης (1856-1932), έμπορος και κτηματίας, καταγόταν από το χωριό Βαρβάροι (σημερινή Μυρτιά) της επαρχίας Πεδιάδος Ηρακλείου. «Άγριος και βαρύς άντρας», αυταρχικός και αυστηρός, προσηλωμένος σ' έναν άκαμπτο ηθικό κώδικα, περιμένει από το γιο του να τιμήσει τις οικογενειακές παραδόσεις και την κρητική του καταγωγή. Σπάνια θα τον επαινέσει για τα όποια επιτεύγματά του και ακόμη σπανιότερα θα του δείξει τρυφερότητα.
Αντιστάθμισμα στην πατρική αυστηρότητα, θα είναι η μητρική στοργή. «Άγια γυναίκα» χαρακτηρίζει ο Καζαντζάκης τη μητέρα του, τη Μαρία Χριστοδουλάκη (1862-1932), που καταγόταν από το χωριό Ασυρώτοι της επαρχίας Μυλοποτάμου Ρεθύμνης.
Νάξος
Εντυπωσιασμένος από την πρόοδο του κρητικού μαθητή, ένας καρδινάλιος του προτείνει να ασπαστεί τον καθολικισμό και να ακολουθήσει ιερατικές σπουδές στη Σχολή του Βατικανού. Όμως, ο Μιχάλης Καζαντζάκης πληροφορείται τα συμβάντα, πηγαίνει νύχτα στη σχολή και παίρνει το γιο του με τη βία, απειλώντας τους καλόγερους ότι θα τους κάψει ζωντανούς.
Επιστροφή στο Ηράκλειο
Η οικογένεια επιστρέφει στην Κρήτη, όταν, μετά από μια μακρά περίοδο εσωτερικών ταραχών και διπλωματικών διαπραγματεύσεων, το νησί επανέρχεται σταδιακά σε συνθήκες ηρεμίας, υπό το καθεστώς της αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας.
Στην Αναφορά, ο Καζαντζάκης περιγράφει παραστατικά την ημέρα εκείνη που ο πρίγκιπας Γεώργιος έφτασε στο νησί ως ύπατος αρμοστής. Μέσα στην αναστάσιμη ατμόσφαιρα του ενθουσιασμού για την εκπλήρωση των εθνικών πόθων, ο δεκαπεντάχρονος μαθητής αισθάνεται να διαβαίνει το κατώφλι της εφηβείας.
Γυμνασιακές σπουδές
Στα τελευταία χρόνια της γυμνασιακής του ζωής, ο Νίκος έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με την τέχνη, την αμφισβήτηση, τη δράση και τον έρωτα. Στη μάντρα μιας φτωχογειτονιάς του Ηρακλείου, παρακολουθεί την πρώτη του θεατρική παράσταση, τους Ληστές του Σίλλερ, ενώ λίγο αργότερα, υποδύεται τον Κρέοντα σε μια σχολική παράσταση του Οιδίποδος τυράννου.
Αν η τέχνη τον γοητεύει, η γνώση του δίνει την πρώτη του απογοήτευση. Οι επιστημονικές θεωρίες που διδάσκεται κλονίζουν τις παλιές του βεβαιότητες και του γεννούν αγωνιώδη ερωτήματα. Για ένα διάστημα αφοσιώνεται στη μελέτη, αλλά αργότερα, την εγκαταλείπει και ξενυχτά στα καφέ-σαντάν του Ηρακλείου.
Παράλληλα, τον ελκύει η δράση εναντίον της αδικίας και της κοινωνικής ανισότητας. Έτσι, οργανώνει με τους φίλους του μια νέα «Φιλική Εταιρία» με στόχο τη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου. Τέλος, το καλοκαίρι του 1902, ζει μια πρόσκαιρη ερωτική περιπέτεια με την Καθλίν Φορντ, την Ιρλανδέζα που του μάθαινε αγγλικά.