Η αποδημία και η αναγνώριση (1946-1957)
Το καλοκαίρι του 1946 ο Καζαντζάκης αναχωρεί για την Ευρώπη, οριστικά, όπως αποδεικνύεται. Διαμένει για ένα διάστημα στην Αγγλία, προσκεκλημένος του Βρετανικού Συμβουλίου, και στη συνέχεια εγκαθίσταται στο Παρίσι και διορίζεται φιλολογικός σύμβουλος στην UNESCO.
Το Μάρτιο του 1948, παραιτείται και εγκαθίσταται μόνιμα στην Αντίμπ της γαλλικής Kυανής Aκτής. Η τελευταία δεκαετία της ζωής του είναι εξίσου δημιουργική και έντονη. Έχοντας κερδίσει τη διεθνή αναγνώριση, γράφει μυθιστορήματα και θεατρικά έργα, μεταφράζει, ταξιδεύει.
Από το 1951, η υγεία του ολοένα κλονίζεται. Χάνει το δεξί του μάτι, ενώ κατά καιρούς εισάγεται στην Πανεπιστημιακή Κλινική του Φράιμπουργκ για τη θεραπεία της καλοήθους λεμφοειδούς λευχαιμίας που τον ταλαιπωρεί.
Παρ’ όλα αυτά, ξεκινά να συνεργάζεται με τον Κίμωνα Φράιερ, για τη μετάφραση στης Οδύσσειάς του στα αγγλικά. Το έργο του όμως προκαλεί αντιδράσεις από εκκλησιαστικούς κύκλους, που ζητούν τη δίωξή του.
Στην Αγγλία
Στην Αγγλία, ο Καζαντζάκης σκοπεύει να συναντήσει σημαίνοντες διανοούμενους και καλλιτέχνες, για να συζητήσουν τα μεταπολεμικά προβλήματα του πολιτισμού. Από αυτές τις συναντήσεις προκύπτει η έκκλησή του στους διανοούμενους του κόσμου για την ίδρυση μιας «Διεθνούς του Πνεύματος» (Σεπτέμβριος 1946), που απηχεί τη διεθνή ανησυχία μετά την ατομική βόμβα στη Χιροσίμα.
Την ίδια εποχή, δίνει συνέντευξη στο ραδιοφωνικό σταθμό του BBC, μετά από πρόσκληση του Μιχάλη Κακογιάννη. Ο Καζαντζάκης μίλησε για τον Τζορτζ Μπέρναντ Σω (που γιόρταζε τα 90 του χρόνια), για τον Σικελιανό και για την υποψηφιότητά του για το Νόμπελ. Επίσης, ζήτησε από τους διανοούμενους όλου του κόσμου να στρατευτούν από κοινού στην υπόθεση της ειρήνης και της ανόρθωσης των ανθρωπιστικών αξιών μετά τη φρίκη του πολέμου.
Η ειρηνιστική του δράση θα αναγνωριστεί με την απονομή του Βραβείου Ειρήνης στη Βιέννη, το 1956.
Αντίμπ
Από τον Ιούνιο του 1948, το ζεύγος Καζαντζάκη εγκαθίσταται στην Αντίμπ (Αντίπολη) της Κυανής Ακτής, όπου θα αποκτήσει δικό του σπίτι το 1954.
Ο Καζαντζάκης αφοσιώνεται στη συγγραφή. Τελειώνει τη μετάφραση της Ιλιάδας και καταπιάνεται με την ομηρική Οδύσσεια, γράφει θεατρικά, συνεργάζεται με τον Κίμωνα Φράιερ για τη μετάφραση της Οδύσσειάς του στα αγγλικά, κυρίως όμως ασχολείται με το μυθιστόρημα.
Αυτήν την εποχή συνθέτει όλα σχεδόν τα μυθιστορήματά του, με τα οποία κατακτά το παγκόσμιο κοινό.
Διεθνής αναγνώριση
Αν στην Ελλάδα ο Καζαντζάκης δεν καταφέρνει να εκλεγεί ακαδημαϊκός, στο εξωτερικό η φήμη του εξαπλώνεται ραγδαία την τελευταία δεκαετία της ζωής του.
Οι μεταφράσεις των έργων του σε ευρωπαϊκές και μη γλώσσες πυκνώνουν, δράματά του μεταδίδονται από ευρωπαϊκούς ραδιοφωνικούς σταθμούς ή ανεβαίνουν σε ευρωπαϊκά θέατρα, ο Ζορμπάς παίρνει το βραβείο του καλύτερου ξένου μυθιστορήματος στη Γαλλία (1954), ο Στάνφορντ αφιερώνει στην Οδύσσεια ένα κεφάλαιο του βιβλίου του για το θέμα του Οδυσσέα. Επίσης, ο Ζυλ Ντασσέν μεταφέρει στον κινηματογράφο το Χριστός Ξανασταυρώνεται και η ταινία προβάλλεται με επιτυχία στο φεστιβάλ των Κανών (1957).
Κίμων Φράιερ
Ο Καζαντζάκης και ο Φράιερ συναντήθηκαν για πρώτη φορά στη Φλωρεντία, το καλοκαίρι του 1951. Στη σύντομη συζήτησή τους, ο Κρητικός συγγραφέας ανακάλυψε ότι ο συνομιλητής του τον καταλάβαινε στον ίδιο βαθμό και με τον ίδιο τρόπο όπως ο Πρεβελάκης.
Έτσι, όταν το 1954 ο αμερικανός εκδότης Μαξ Σούστερ ζήτησε να εκδώσει την Οδύσσεια, ο Καζαντζάκης του υπέδειξε ως μοναδικό κατάλληλο μεταφραστή τον Κίμωνα Φράιερ. Η συνεργασία τους και η φιλία τους ξεκίνησε το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς στην Αντίμπ και κράτησε μέχρι το θάνατο του Καζαντζάκη.
Μετά την έκδοση της Οδύσσειας, ο Φράιερ συνέχισε να μεταφράζει Καζαντζάκη και για χρόνια παρουσίαζε το έργο του με ομιλίες στην Αμερική και την Ευρώπη.
Δίωξη
Το 1953, η Εκκλησία της Ελλάδος ζητά το διωγμό του Καζαντζάκη για ορισμένα αποσπάσματα του Καπετάν Μιχάλη και για τον Τελευταίο Πειρασμό, προτού ακόμη το μυθιστόρημα εκδοθεί στην Ελλάδα. Την επόμενη χρονιά, ο Πάπας αναγράφει τον Τελευταίο Πειρασμό στον Κώδικα Απαγορευμένων Βιβλίων (Index).
Πολλοί διανοούμενοι και φορείς υπερασπίζουν τον συγγραφέα, που τηλεγραφεί στο Βατικανό τη φράση του Τερτυλλιανού «Στο δικαστήριό σου, Κύριε, κάνω έφεση». Τελικά, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θέτει τέρμα στις φήμες και τις αιτήσεις περί αφορισμού, λέγοντας ότι το ζήτημα εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Εκκλησίας της Κρήτης.