Η εύρεση υλικού που σχετιζόταν με τις διάφορες παραγωγές του Ζορμπά ανά τον κόσμο ήταν από τα πρώτα θέματα που απασχόλησαν τον Γιώργο Ανεμογιάννη. Ήδη από το 1979 είχε εντοπίσει σχετικό υλικό από θεατρικές παραστάσεις και μιούζικαλ του Ζορμπά που είχαν ανέβει σε σκηνές της Ευρώπης, ενώ ήταν σε επικοινωνία με παραγωγούς από τις ΗΠΑ. Ανάμεσα στο τεράστιο υλικό που πέτυχε να συγκεντρώσει ξεχωρίζει το σενάριο της ταινίας του Μιχάλη Κακογιάννη «Zorba the Greek”.

Πρόκειται για ένα τεκμήριο 185 σελίδων μεγέθους 8 ½’’ Χ 11’’, σταχωμένο με εξώφυλλο/οπισθόφυλλο μπλε χρώματος χαρτονιού. Στην αρχική σελίδα τίτλου αναφέρεται η χρονολογία Οκτώβριος 1963 και τόπος η Αθήνα. Στο κέντρο της φέρει την υπογραφή του σκηνοθέτη/σεναριογράφου Μιχάλη Κακογιάννη και στην κορυφή υπάρχει χειρόγραφη σημείωση με το όνομα του Antony Quinn, με τα τηλέφωνα του γραφείου του και του ξενοδοχείου Astor. Γνωρίζουμε πως ο πρωταγωνιστής του Ζορμπά είχε έρθει στην Ελλάδα προς τα τέλη του 1963 για να προετοιμαστεί για το ρόλο του, μιας και τα γυρίσματα θα ξεκινούσαν την άνοιξη του 1964. Επομένως, είναι πολύ πιθανό αυτό να ήταν το σενάριο του Quinn.

Το σενάριο τυπολογικά έχει τα κυριότερα στοιχεία των σεναρίων της εποχής για ταινίες μεγάλου μήκους: γραμματοσειρά Courier μεγέθους 12, βασική στοίχιση από τα αριστερά, προβλεπόμενα περιθώρια αριστερά/δεξιά και πάνω/κάτω, τίτλο και χρονική τοποθέτηση σκηνής, ονόματα και λόγια χαρακτήρων, σελιδοποίηση και παρενθετικά. Στοιχεία που ξεφεύγουν από την τυπολογία είναι ο αριθμός των σειρών/σελίδα (28 μ.ο. αντί του σύνηθες 55 για ταινίες αυτής της διάρκειας), η παρουσία αρίθμησης κάθε φορά που γίνεται αλλαγή στον ομιλούντα χαρακτήρα (συνολικά 646 γραμμές εναλλαγής διαλόγου) και η πλήρης απουσία στοιχείων μετάβασης ( Fade-in ή Cut to).

Τα πιο ιδιαίτερα στοιχεία του σεναρίου όμως είναι δύο: το πρώτο είναι η παρουσία δύο διαφορετικών ειδών χαρτιού. Οι περισσότερες σελίδες είναι τυπωμένες στο σύνηθες των σεναρίων λευκό χαρτί, αλλά κάποιες έχουν τυπωθεί σε διαφορετικό χαρτί ελαφρού γαλάζιου χρώματος και μικρότερου μεγέθους. Αυτές φαίνεται πως προστέθηκαν σε μεταγενέστερη φάση αντικαθιστώντας τις αρχικές σελίδες που είχαν τυπωθεί. Το δεύτερο ιδιαίτερο στοιχείο είναι η παρουσία εσωτερικά χειρόγραφων σημειώσεων διαφορετικών γραφικών χαρακτήρων. Η μια ομάδα αυτών των σημειώσεων είναι με μολύβι, ενώ η δεύτερη, σαφώς πολυπληθέστερη και εκτεινόμενη σε όλο μήκος του σεναρίου, με κόκκινο στυλό. Μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια. Οι σημειώσεις με το κόκκινο στυλό είναι ιδιαιτέρως πυκνές στη σκηνή της αίγας στο καφενείο που για πρώτη φορά οι Zorba-Basil συναντούν τη Χήρα. Μια σημαδιακή σκηνή που η εισαγωγική (“Boss, a big, beautiful, wild widow.”) και η καταληκτική ατάκα (“They all want her. And they hate her because they cannot have her. Only one man here can. You.”) εκ μέρους του Zorba την χαρακτηρίζει και συνοψίζει την πλοκή της ταινίας.

Στις ευρύτερες ιδιαιτερότητες του σεναρίου αξίζει να τονίσουμε πως πριν τον Κακογιάννη, υπήρχε ενδιαφέρον μεταφοράς του Ζορμπά στον κινηματογράφο, αλλά οι διάφοροι σεναριογράφοι που το επιχείρησαν βρέθηκαν σε αδιέξοδο, καθώς αδυνατούσαν να διαχειριστούν σεναριακά το έργο του Καζαντζάκη. Ο πρώτος που το κατάφερε ήταν ο Κακογιάννης και το πέτυχε τροποποιώντας τη γραμμή αφήγησης του βιβλίου και κλείνοντας την ταινία με τον θρυλικό χορό του Ζορμπά. 

Ο Καζαντζάκης είχε συνεργαστεί με τον Κακογιάννη για ραδιοφωνικές εκπομπές του BBC μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και το 1954 παρακολούθησαν μαζί το Φεστιβάλ των Καννών. Εκεί, ο Καζαντζάκης εξέφρασε στον Κακογιάννη την επιθυμία του να δει ένα έργο του να μεταφέρεται στον κινηματογράφο σε σκηνοθεσία του Κακογιάννη. Αυτό έγινε 9 χρόνια αργότερα, καθώς ο Κακογιάννης τότε, μετά τη διεθνή επιτυχία της «Ηλέκτρας» του, είχε την οικονομική δυνατότητα να αναλάβει ο ίδιος την παραγωγή του «Ζορμπά». Η ταινία γυρίστηκε το 1964 στην Κρήτη σε σκηνοθεσία, σενάριο και καλλιτεχνική επιμέλεια του Μιχάλη Κακογιάννη. Η διανομή έγινε από την 20th Century Fox.

Οι κριτικές για την ταινία ήταν αποθεωτικές εστιάζοντας στην άρτια σκηνοθεσία και σενάριο του Κακογιάννη, στην υποκριτική πληρότητα των πρωταγωνιστών/τριών και βεβαίως στην αλησμόνητη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Η ταινία ήταν υποψήφια για 7 Βραβεία κερδίζοντας μάλιστα 3. Επιπλέον, προτάθηκε για 5 Χρυσές Σφαίρες, 4 Βραβεία BAFTA, ενώ ο Θεοδωράκης ήταν επιπλέον υποψήφιος για το Βραβείο Grammy στην κατηγορία καλύτερης μουσικής γραμμένης για κινηματογραφική ταινία. Εμπορικά η ταινία σημείωσε διεθνώς τεράστια επιτυχία και αγαπήθηκε ιδιαίτερα από το κοινό.

Η υποδειγματική ενσάρκωση του θρυλικού χαρακτήρα του Ζορμπά του Καζαντζάκη στη μεγάλη οθόνη από τον Antony Quinn έχει μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου ως μια από τις αρτιότερες ερμηνείες που έχουν υπάρξει. Ο Quinn, θαυμαστής της εκφραστικής δύναμης και του βάθους των ιδεών του Καζαντζάκη, δούλεψε πολύ εντατικά, με σεβασμό και με έμφαση στην παραμικρή λεπτομέρεια για να αποδώσει τον χαρακτήρα του Ζορμπά όσο πιο καλά γινόταν. Επί δύο μήνες έκανε εντατικές πρόβες στους ελληνικούς χορούς και συνεργαζόταν στενά με τον Θεοδωράκη, ώστε να αποδώσει στον περίφημο Zorba Dance την ψυχή και το πνεύμα του Ζορμπά στην ολότητά του.

Για τον Quinn ο ρόλος του ως Ζορμπάς ήταν αυτός που τον σημάδεψε υποκριτικά και τον οδήγησε στην τέταρτη υποψηφιότητά του για Βραβείο Όσκαρ. Μάλιστα, ο ίδιος ο Quinn ομολόγησε πως ο χαρακτήρας του Ζορμπά τον επηρέασε καθοριστικά, τόσο σε προσωπικό επίπεδο ωθώντας τον στο να υιοθετήσει μια πιο ελεύθερη και ανέμελη ζωή, αλλά και υποκριτικά, καθώς προσπαθούσε σε όλους του μεταγενέστερους ρόλους του να βάζει «πινελιές» από το πνεύμα του Ζορμπά.

Το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη αισθάνεται μεγάλη υπερηφάνεια και συγκίνηση που έχει στις συλλογές του ένα τόσο σημαντικό τεκμήριο που συνδέει τη λογοτεχνία με τον κινηματογράφο και τον Καζαντζάκη με τόσους άλλους σημαντικούς δημιουργούς και καλλιτέχνες.